Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Στο μυαλό του Κυριάκου Μητσοτάκη - Το επικοινωνιακό blitz της κυβέρνησης μετά τη ΔΕΘ
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
«Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» φέρεται να έχει πει ο Ότο φον Μπίσμαρκ, καγκελάριος της Γερμανίας, και φαίνεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει… μελετήσει πολύ προσεκτικά τη φράση αυτή.
Η βασική στόχευση των μέτρων δεν αφορούσε – γενικώς και αορίστως – τη μεσαία τάξη, αλλά συγκεκριμένα τμήματα της κοινωνίας, τα οποία θεωρείται ότι είχαν μείνει εκτός των προηγούμενων πακέτων που είχε εκπονήσει η κυβέρνηση: νέοι, οικογένειες με παιδιά, πολύτεκνοι, εργαζόμενοι με εισοδήματα ώς 60.000 ευρώ, ιδιοκτήτες που ενοικιάζουν τα σπίτια τους, μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων, ένστολοι, η περιφέρεια (μέσω του μηδενισμού του ΕΝΦΙΑ για μικρούς οικισμούς), νησιώτες και συνταξιούχοι.
Συνδυάζοντας, δε, αυτό το πακέτο μέτρων με εκείνο που είχε ανακοινωθεί την άνοιξη (με την ενίσχυση για τους χαμηλοσυνταξιούχους και την επιδότηση με ένα ενοίκιο) γίνεται σαφές ότι ο πρωθυπουργός επιχείρησε να διευρύνει δραματικά την περίμετρο των ωφελουμένων από τις πολιτικές της κυβέρνησης. Μάλιστα, όπως επισήμαιναν κυβερνητικά στελέχη, τα μέτρα αυτά θα έχουν άμεσο αντίκρισμα στις τσέπες των πολιτών, καθώς, για παράδειγμα, λόγω της μείωσης των συντελεστών του φόρου εισοδήματος θα μειωθούν από την πρώτη μισθοδοσία και οι παρακρατήσεις, άρα τα χρήματα που θα παίρνουν στο χέρι οι εργαζόμενοι θα είναι περισσότερα από πριν.
Επικοινωνιακό blitz
Την παρουσίαση και εξειδίκευση των μέτρων ακολούθησε ένα πραγματικό επικοινωνιακό blitz από πλευράς της κυβέρνησης, καθώς εδώ βρίσκεται και ένα από τα προβλήματα ή, καλύτερα, ένας από τους κινδύνους που Μαξίμου και Πειραιώς καλούνται να αντιμετωπίσουν: το ενδεχόμενο σύντομα οι πολίτες, βυθισμένοι στα προβλήματά τους και στη δύσκολη καθημερινότητα, να τα ξεχάσουν ή ακόμα χειρότερα να τα θεωρήσουν δεδομένα, όπως, άλλωστε, τείνει να συμβαίνει όταν τα… ζόρια είναι μεγάλα. Μάλιστα, οι πληροφορίες λένε ότι το «πακέτο Μητσοτάκη» θα έρχεται διαρκώς στο προσκήνιο της καθημερινότητας, προκειμένου οι πολίτες να κατανοήσουν το εύρος και τη σημασία του.
Ήδη, ο πρωθυπουργός σε επίσκεψη στο Χαϊδάρι το απόγευμα της Τετάρτης επανέλαβε τα μέτρα και τόνισε ότι «βήμα – βήμα στηρίζουμε τους Έλληνες πολίτες απέναντι στο πρόβλημα της ακρίβειας. Όσο η οικονομία αναπτύσσεται τόσο θα μπορούμε να επιστρέφουμε το μέρισμα της ανάπτυξης πίσω στην κοινωνία. Και ταυτόχρονα θα εξακολουθούμε να δίνουμε πολύ μεγάλη έμφαση στη δημόσια παιδεία, στη δημόσια υγεία, στις δημόσιες υπηρεσίες, για να στεκόμαστε κοντά στον πολίτη. Ένα κράτος το οποίο νοιάζεται πραγματικά την κοινωνία και φροντίζει να βοηθάει τους πολίτες με όποιον τρόπο μπορεί και γίνεται συνέχεια πιο αποτελεσματικό».
Τόνισε, δε, ότι «είμαστε σε θέση να μπορούμε σήμερα να επιστρέφουμε στην κοινωνία το πλεόνασμα της ανάπτυξης ακριβώς επειδή η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς, επειδή μπορέσαμε να αντιμετωπίσουμε τη φοροδιαφυγή και με αυτόν τον τρόπο δημιουργήσαμε τα δημοσιονομικά περιθώρια για να μπορούμε να στηρίξουμε την ελληνική κοινωνία. Επιμένω πολύ σε αυτό, φίλες και φίλοι, διότι σήμερα η Ελλάδα είναι η εξαίρεση στην Ευρώπη. Οι πιο πολλές ευρωπαϊκές χώρες αναγκάζονται να αυξήσουν φόρους και να κόψουν δαπάνες. Εμείς είμαστε στην ευχάριστη θέση να μπορούμε να αυξάνουμε δαπάνες και να μειώνουμε φόρους».
Το φάσμα της ακρίβειας
Βέβαια, όπως σημειώθηκε από διάφορες πλευρές, ο πρωθυπουργός ήταν αρκετά φειδωλός στις αναφορές του στο ζήτημα της ακρίβειας, το οποίο – κακά τα ψέματα – αποτελεί τον πυρήνα των προβλημάτων της κυβέρνησης, περιοριζόμενος κυρίως στο να το συνδέει με την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος μέσω των φοροελαφρύνσεων, μαζί με μια αναφορά στην κυβερνητική πρωτοβουλία για ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου της αγοράς για φαινόμενα αισχροκέρδειας. Η αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα αυτό παραμένει άλυτο και εξαιρετικά δυσεπίλυτο, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να το «μαζέψει» όσο μπορεί.
Και με τον πληθωρισμό να «τρέχει» τον Αύγουστο με 2,9% σε ετήσια βάση, είναι εμφανές ότι δύσκολα μπορεί να βρεθεί μια πρακτική λύση – εξ ου και η απόφαση Μητσοτάκη να επικεντρωθεί στην αύξηση των διαθέσιμων χρημάτων και να αποφύγει να μπει σε… μετρολογία για το θέμα. Άλλωστε, σημείωναν κυβερνητικές πηγές, μέσα στην εβδομάδα οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης θα μιλήσουν στη ΔΕΘ και εκεί θα φανεί αν – εκτός από το να κατηγορούν την κυβέρνηση για την ακρίβεια – έχουν να καταθέσουν πρακτικές και εφαρμόσιμες προτάσεις για την αντιμετώπισή της.
Πάντως, ο προβληματισμός είναι ότι η ακρίβεια μπορεί να «καταπιεί» τα όποια οφέλη από τα μέτρα της ΔΕΘ και η κυβέρνηση να βρεθεί και πάλι σε αμυντική θέση – αλλά και οι δημοσκοπήσεις να είναι λιγότερο ευνοϊκές απ’ όσο τις περιμένει, οπότε να μην μπορεί να σταθεί το αφήγημα της νέας κυβερνητικής επανεκκίνησης, που υποτίθεται ότι είχε ως ορόσημο τη Θεσσαλονίκη και τα όσα θα εξήγγελλε ο πρωθυπουργός. Μια… χλιαρή υποδοχή σίγουρα δεν θα αρέσει στην κυβέρνηση, αν και στελέχη της Ν.Δ. ξεκαθάριζαν ότι το κλίμα δεν πρόκειται να αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη, ούτε υπάρχουν μαγικές λύσεις που να βγάλουν την κυβέρνηση από τη στενωπό που διέρχεται εδώ και μήνες.
Προσπάθεια για ήπιο κλίμα
Προφανώς αναγνωρίζοντας αυτά τα ενδεχόμενα, ο Κ. Μητσοτάκης επέλεξε να αποφύγει, τόσο στην ομιλία του όσο και στη συνέντευξη, τους υψηλούς τόνους, υιοθετώντας μια πιο συναινετική ρητορική προσέγγιση και κάνοντας διάφορα διακριτικά ανοίγματα, τόσο προς την πλευρά του ΠΑΣΟΚ όσο και προς την πλευρά των δύο πρώην πρωθυπουργών – Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά –, επιδιώκοντας να δείξει ότι ο ίδιος έμπρακτα θέλει να μειωθεί η τοξικότητα που επικρατεί στο πολιτικό κλίμα.
Ειδικά, δε, για τους Σαμαρά και Καραμανλή η προσεκτική αναφορά του στη διάρκεια της συνέντευξης στο πλαίσιο της ΔΕΘ δείχνει ότι επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να κλείσουν τα ρήγματα που άνοιξαν το προηγούμενο διάστημα και να βρεθεί – αν όχι κοινός βηματισμός, κάτι που θεωρείται επί του πρακτέου πολύ δύσκολο – τουλάχιστον ένα ικανοποιητικό modus viventi, που θα αποτρέπει το ενδεχόμενο νέων κρίσεων και εσωστρέφειας εντός του κυβερνώντος κόμματος (άλλωστε η καραμανλική πτέρυγα είναι εκείνη που έχει προκαλέσει κάμποσους πονοκεφάλους με τις αιχμηρές ερωτήσεις της προς διάφορους υπουργούς).
Όμως οι χαμηλοί τόνοι φαίνεται ότι έχουν κι άλλον έναν στόχο: να υπάρξει χρόνος και χώρος, ώστε να αναλυθούν οι εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό, εξελίξεις που δημιουργούν ένα κλίμα ρευστότητας. Παίρνοντας ως δεδομένο ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα προχωρήσει στη δημιουργία νέου κόμματος, κυβερνητικές πηγές επισήμαναν ότι Μαξίμου και Πειραιώς θα περιμένουν να δουν τι επίδραση θα έχει μια τέτοια κίνηση στο πολιτικό σκηνικό, πού θα «δώσουν» οι δημοσκοπήσεις το νέο πολιτικό σχήμα και ποια κόμματα θα επηρεαστούν περισσότερο από αυτό.
Όπως έχει γράψει το «Ποντίκι», το ιδανικό σενάριο για την κυβέρνηση θα ήταν μια δημοσκοπική… αλληλοεξόντωση του κόμματος Τσίπρα και του ΠΑΣΟΚ (δηλαδή, να βρεθούν σε παρόμοια ποσοστά και ο ένας να προσπαθεί να εξουδετερώσει τον άλλο). Από την άλλη, αν το νέο κόμμα εμφανίσει ισχυρότερη δυναμική στις μετρήσεις, τότε εκτιμάται ότι ο Κ. Μητσοτάκης θα έχει βρει τον αντίπαλο που δεν είχε ώς σήμερα και θα επιτραπεί να χτιστεί δίπολο, πολιτική πόλωση και ένα κλίμα συσπείρωσης στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος.
Το βάρος του ΟΠΕΚΕΠΕ
Βέβαια, με δεδομένο ότι από την ερχόμενη εβδομάδα θα αρχίσουν και οι εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, στην κυβέρνηση υπάρχει κινητοποίηση, καθώς αναγνωρίζεται ότι η δυσώδης αυτή υπόθεση ήδη της έχει κάνει κακό και ότι η Εξεταστική θα την επαναφέρει στο προσκήνιο και μαζί και τη συζήτηση για τις ευθύνες της, αλλά και την πολιτική σύγκρουση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία «έχουν μυρίσει αίμα».
Αν μάλιστα οι πληροφορίες που λένε ότι σύντομα θα σταλεί στη Βουλή και νέα δικογραφία, στην οποία θα περιλαμβάνονται και ονόματα βουλευτών (από τη Ν.Δ., αλλά και από άλλα κόμματα) αποδειχθούν ακριβείς, τότε – λένε κομματικές πηγές – υπάρχει πραγματικός κίνδυνος η θετική ώθηση που μπορεί το «πακέτο Μητσοτάκη» να δώσει στο κυβερνών κόμμα να… εξαϋλωθεί υπό το βάρος των αποκαλύψεων, ενώ πάντα θα υπάρχει και το ενδεχόμενο να ζητηθούν άρσεις ασυλίας, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει πρακτικά, αλλά και επικοινωνιακά.
Εν πάση περιπτώσει, στην παρούσα φάση το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στον στόχο της Εξεταστικής για την κυβέρνηση, δηλαδή να αναδειχθούν οι διαχρονικές πολιτικές ευθύνες για το σκάνδαλο και η κυβέρνηση να πιστωθεί το γεγονός ότι τουλάχιστον πήρε σημαντικά μέτρα για την αντιμετώπισή του (ενσωμάτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, κυνήγι ΑΦΜ που πήραν παράνομες επιδοτήσεις και προσπάθεια ανάκτησής τους, κ.λπ.), έστω κι αν ο κόμπος έπρεπε να φθάσει στο χτένι για να κινητοποιηθεί.
Διαβάστε επίσης:
Από Νοέμβριο αύξηση συντάξεων – Πώς θα γίνεται ο υπολογισμός της εισφοράς αλληλεγγύης
Η Chevron «απειλεί» το τουρκολιβυκό μνημόνιο – Τα «κόλπα» του Χαφτάρ και η ευκαιρία της Αθήνας