Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Όσοι παρακολούθησαν την παρουσία του Νίκου Ανδρουλάκη στην 89η ΔΕΘ, διαπίστωσαν ότι ο αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιχείρησε συνειδητά να αποφύγει τις όποιες ακρότητες και υπερβολές.
Στην προσπάθειά του να εμφανιστεί «θεσμικός» και «κυβερνητικός», ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κινήθηκε σε ένα, ας πούμε, συγκρατημένο πλαίσιο: άσκησε κριτική στην κυβέρνηση, παρουσίασε τις θέσεις και προτάσεις του κόμματός του για την οικονομία, άφησε «αιχμές» κατά του «λαϊκισμού», έθεσε ένα πλαίσιο σχετικά με πιθανές μετεκλογικές συνεργασίες και γενικώς φάνηκε να επιδιώκει να παρουσιάσει ένα προφίλ σοβαρό, μετρημένο, θεσμικά αντιπολιτευτικό και – γιατί όχι – ηγετικό ως αντίβαρο στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Στο πλαίσιο αυτό προκάλεσε εντύπωση η σφοδρή αντίδραση της κυβέρνησης, η οποία εξαπέλυσε δριμεία επίθεση εφ’ όλης της ύλης κατά του αρχηγού της μείζονος αντιπολίτευσης, επιχειρώντας να αποδομήσει το σύνολο των θέσεών του και να τον ταυτίσει για άλλη μια φορά με τα λοιπά – λιγότερο «υπεύθυνα» – κόμματα της ευρύτερης αντιπολίτευσης, με αιχμή του δόρατος τη θέση ότι το οικονομικό πρόγραμμα που παρουσίασε δεν είναι κοστολογημένο και ότι η εφαρμογή του θα οδηγήσει σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Στη βάση της η κριτική της κυβέρνησης προς το ΠΑΣΟΚ είναι αναμενόμενη, σχεδόν… φυσικό φαινόμενο: προφανώς, μέρος της πολιτικής πρακτικής είναι και η προσπάθεια απαξίωσης του αντιπάλου, προκειμένου οι δικές σου θέσεις και προτάσεις να εμφανίζονται ως πιο σοβαρές και αξιόπιστες. Πολλώ δε μάλλον σε μια περίοδο πολιτικής ρευστότητας, όταν όλοι ομολογούν ότι η κυβέρνηση δεν είναι στα… καλύτερά της και ότι η βασική της προσπάθεια είναι να καταφέρει να ανακάμψει – για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες.
Ωστόσο, η ένταση της επίθεσης της κυβέρνησης προς το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρουλάκη προβλημάτισε ακόμα και στελέχη του κόμματος και της κυβέρνησης, τα οποία υπενθύμιζαν ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, από το βήμα της ΔΕΘ, είχε απευθύνει κάλεσμα στην αντιπολίτευση και ειδικά στο ΠΑΣΟΚ για συναίνεση και συμφωνία, τουλάχιστον σε κάποια βασικά ζητήματα και είχε κρατήσει γενικώς χαμηλούς τόνους, θέλοντας να αποφύγει να «ρίξει λάδι στη φωτιά» της επικρατούσας τοξικότητας και έντασης στο πολιτικό κλίμα της χώρας.
Στην ουσία η αίσθηση που δίνεται είναι ότι η κυβέρνηση ανεβάζει σταδιακά τους τόνους και την πόλωση στο πολιτικό κλίμα της χώρας, σε μια προσπάθεια να συσπειρώσει την εκλογική της βάση, η οποία ειδικά μετά τις ευρωεκλογές του 2024 (αλλά και ήδη από πριν…) μοιάζει να έχει σκορπίσει στους… πέντε ανέμους και να έχει αποσύρει την εμπιστοσύνη της στην κυβέρνηση.
Μάλιστα, η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι οι… διαρροές είναι αμφίπλευρες, δηλαδή, και προς τα δεξιά, αλλά και προς το Κέντρο, το οποίο, άλλωστε, θεωρείται ότι έδωσε την εκλογική νίκη και το 2019, αλλά και το 2023.
Προσπαθώντας να ερμηνεύσουν αυτή την… αντινομία, κομματικές πηγές παραπέμπουν στις πρώτες δημοσκοπήσεις μετά τη ΔΕΘ και την ανακοίνωση του πακέτου των φορολογικών μέτρων από τον πρωθυπουργό, επισημαίνοντας ότι – αν και, προφανώς, κανείς δεν περίμενε ένα δημοσκοπικό «άλμα» για την κυβέρνηση – οι αντιδράσεις των πολιτών κρίνονται κατ’ αρχάς ως χλιαρές, παρά το επικοινωνιακό blitz στο οποίο επιδόθηκε σχεδόν το σύνολο του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο οποίος ανέλυσε τα μέτρα σε συγκέντρωση πολιτών στο Χαϊδάρι.
Οι πρώτες μετρήσεις, αν και δείχνουν ότι η Νέα Δημοκρατία κερδίζει κάποιες εκατοστιαίες μονάδες, σε σχέση με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις πριν από το καλοκαίρι, εντούτοις αποτυπώνουν μια δυσκολία των πολιτών να αποδεχθούν… πανηγυρικά τα μέτρα.
Αντιθέτως, ενισχύουν ακόμα περισσότερο την εντύπωση ότι, όσο τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία παραμένουν άλυτα, τόσο οι πολίτες θα κρατούν αποστάσεις από την κυβέρνηση και θα καθιστούν το πολυπόθητο 30+% στην εκτίμηση ψήφου άπιαστο όνειρο, ακόμα κι αν η αντιπολίτευση δεν καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει αυτήν την αδυναμία της κυβέρνησης.
Οι ίδιες κομματικές πηγές, βέβαια, τονίζουν ότι συν τω χρόνω οι πολίτες θα «αφομοιώνουν» περισσότερο τα νέα μέτρα και ότι από το νέο έτος θα δουν την επίδρασή τους στην τσέπη τους, καθώς, λόγω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών, θα μειωθεί και ο παρακρατούμενος φόρος από τους μισθούς και έτσι θα αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημά τους.
Ωστόσο υπογραμμίζουν ότι η… χαλαρή υποδοχή ενός πακέτου μέτρων που η κυβέρνηση παρουσίασε ως μια μείζονα μεταρρύθμιση δεν είναι και πολύ ευοίωνο σημάδι για το πώς οι πολίτες αντιμετωπίζουν γενικά τις πρωτοβουλίες αυτές.
Στην κυβέρνηση αναγνωρίζεται σε όλα τα κλιμάκιά της ότι όσο η ακρίβεια και ο πληθωρισμός θα «πνίγουν» τα οικογενειακά εισοδήματα – μάλιστα, με ανησυχία παρατηρείται πλέον ότι το φαινόμενο πλήττει και τις λεγόμενες «ανελαστικές» δαπάνες των πολιτών – τόσο η δυσαρέσκεια θα αυξάνεται.
Μάλιστα, σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, η απουσία των διαφόρων «pass» και «καλαθιών» του παρελθόντος έρχεται να επιβαρύνει την κατάσταση, έστω κι αν η επίδρασή τους σε γενικές γραμμές ήταν περισσότερο… ψυχολογική παρά αντικειμενική.
Η λογική του πρωθυπουργού, ότι η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος είναι η καλύτερη απάντηση στην ακρίβεια, μπορεί να έχει μια βάση, ωστόσο, όταν οι τιμές αυξάνονται διαρκώς και για τα πάντα (από τρόφιμα μέχρι ενέργεια, για να μην αναφερθεί κάποιος στο τεράστιο ζήτημα της στέγασης) και όταν όλες οι μετρήσεις δείχνουν ότι η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων διαρκώς ταπεινώνεται, τότε γίνεται προφανές ότι χρειάζονται πολύ πιο δραστικές λύσεις, οι οποίες, ωστόσο, είναι πολύ πιο δύσκολες και απαιτητικές και, ενδεχομένως, θα έχουν επιπλέον πολιτικό κόστος.
Ταυτόχρονα, λένε κάποιες πηγές, η κατάσταση αυτή διευκολύνει τους δυσαρεστημένους να… κοιτάξουν προς άλλα λιβάδια, έστω κι αν προς το παρόν δεν καταγράφονται μαζικές μετακινήσεις ψηφοφόρων προς άλλα κόμματα.
Το μεγάλο ποσοστό της λεγόμενης «γκρίζας ζώνης» από τη μία πλευρά αφήνει ελπίδες για ανάκαμψη – υπό ορισμένες προϋποθέσεις, πάντα – ωστόσο από την άλλη, δημιουργεί επιπλέον «πονοκέφαλο», καθώς αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για μετακινήσεις. «Η φύση απεχθάνεται το κενό», έλεγε μοιρολατρικά κομματικό στέλεχος στο «Ποντίκι».
Και το «κενό» αυτό μεγαλώνει ακόμα περισσότερο όσο η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται παγιδευμένη στον κλοιό του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ και των παρανόμων επιδοτήσεων.
Ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί είναι η αποκάλυψη ότι το κυβερνών κόμμα δεν προχώρησε καν στην αναστολή της κομματικής ιδιότητας της Καλλιόπης Σεμερτζίδου, τέως Συντονίστριας Κοινοτικών Πόρων και Γυναικείας Επιχειρηματικότητας της Ν.Δ., με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Παύλο Μαρινάκη να παραδέχεται ότι το κόμμα θα εκτιμήσει την κατάσταση για να κινηθεί διαδικασία αναστολής κομματικής ιδιότητας.
Η περίπτωση Σεμερτζίδου, ωστόσο, λένε κομματικές πηγές, θα μπορούσε να αποτελεί… πταίσμα μπροστά στον κίνδυνο η κυβέρνηση να βρεθεί ενώπιον νέας δικογραφίας για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, η οποία, λένε κάποιες πληροφορίες, θα περιλαμβάνει βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, για τους οποίους η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα ζητά άρση ασυλίας.
Στην περίπτωση αυτή, η κυβέρνηση φέρεται πως έχει αποφασίσει να συμφωνήσει με την άρση ασυλίας, ωστόσο, όπως ομολογείται, ουδείς μπορεί να προβλέψει πώς θα αντιδράσουν οι εμπλεκόμενοι, αλλά και τι «ουρές» θα έχει η συγκεκριμένη υπόθεση.
Η σκανδαλολογία, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα προβλήματα που «σέρνονται», καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την ανάκαμψη, καθώς η κυβέρνηση εμφανίζεται να χάνει αργά αλλά σταθερά δύο από τα μεγάλα της όπλα: την αίσθηση της αποτελεσματικότητας (το σκάνδαλο μοιάζει με… Λερναία Ύδρα, ενώ οι προσπάθειες ανάκτησης των παρανόμως καταβληθεισών επιδοτήσεων δεν είναι ακόμα καθόλου σίγουρο ότι θα αποδώσουν τα αναμενόμενα), αλλά και το λεγόμενο «ηθικό πλεονέκτημα», καθώς η υπόθεση μοιάζει να αφορά σχεδόν αποκλειστικά το «γαλάζιο» στρατόπεδο.
Επιστρέφοντας στη στρατηγική της πόλωσης, σε Μαξίμου και Πειραιώς παρατηρούν με μεγάλη προσοχή τις ζυμώσεις που γίνονται στην πλευρά της Κεντροαριστεράς, με έμφαση στο ενδεχόμενο ο Αλέξης Τσίπρας να προχωρήσει στη δημιουργία νέου κομματικού σχήματος.
Έπειτα από μια πρώτη επιθετική προσέγγιση στο συγκεκριμένο ενδεχόμενο, η κυβερνητική πλευρά μοιάζει να προχώρησε σε… μονομερή κατάπαυση του πυρός, όσο ο πρώην πρωθυπουργός δεν προχωρεί σε κάποια κίνηση η οποία θα προκαλούσε εξελίξεις.
Ωστόσο, η τακτική αυτή αναμένεται να αλλάξει άρδην όταν (αν) ο Τσίπρας κάνει την κίνησή του και η «γραμμή» αναμένεται να είναι «ομοβροντία» εναντίον του, ιδίως αν – άμα τη εμφανίσει – το νέο σχήμα καταγράψει σχετικά ισχυρή δυναμική στις μετρήσεις (π.χ. ξεπεράσει τα ποσοστά που συγκεντρώνει σήμερα το ΠΑΣΟΚ), καθώς εκτιμάται ότι το νέο κόμμα θα μπορούσε να διεκδικήσει να καλύψει το «κενό» που προαναφέρθηκε.
Έτσι, η λογική θα είναι πόλωση… κατά βούληση, προκειμένου να αυξηθεί η συσπείρωση, με τον Τσίπρα σε ρόλο «μπαμπούλα», προκειμένου να… αναγεννηθεί το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο που τόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε στις δύο προηγούμενες εκλογικές νίκες.
Πάντως, εντός της Ν.Δ. εκφράζοντα σοβαρές αμφιβολίες αν, ύστερα από έξι χρόνια διακυβέρνησης και δύο καθαρές εκλογικές νίκες, η κυβέρνηση μπορεί να αναβιώσει το μέτωπο αυτό και αν κάτι τέτοιο θα ήταν ικανό να της δώσει τη δυναμική που της λείπει τόσον καιρό.
Οι συνθήκες, λένε όσοι προβληματίζονται, έχουν αλλάξει και δεν μπορεί η κυβέρνηση να «επενδύει» σε ένα κόμμα Τσίπρα ως μέσο για τη δική της ανάκαμψη. Πολλώ δε μάλλον, όταν, όπως φάνηκε και από τη νέα ερώτηση οκτώ βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος για τον ΟΓΑ, ακόμα και στο εσωτερικό της Ν.Δ. υπάρχει αναταραχή και προβληματισμός για το πού πάει το «καράβι».
Διαβάστε επίσης:
Αντιδρά η αντιπολίτευση στην ομιλία Μητσοτάκη – ΠΑΣΟΚ: «Μας βλέπει στον ύπνο του»
Πάνο Ρούτσι: Τον πατέρα θύματος της τραγωδίας των Τεμπών επισκέφθηκαν βουλευτές του ΠΑΣΟΚ
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.