Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Ο δυτικός κόσμος απέναντι στην Ανατολή
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
Στο Μέρος Α θα δειχθεί γιατί η σύγκρουση Ανατολής – Δύσης φαίνεται δύσκολο να ξεπερασθεί (λόγω της μακρόχρονης διαμόρφωσης αντιλήψεων αλλά και διαφορετικών συμφερόντων), που ως δύστηκτο μέταλλο δύσκολα «τήκεται». Στο Μέρος Β θα παρουσιασθούν οι σχέσεις Ελλάδος – Ρωσίας.
1. Γενικά. Το ιστορικό πλαίσιο
Η πιθανότερη εξήγηση για την προέλευση των λαών της Δύσης είναι ότι αυτοί προέρχονται από την Ανατολή και έφθασαν είτε μέσω του Βοσπόρου στην Ευρώπη είτε μέσω των ουκρανικών στεπών· αυτό συνέβη για λόγους αναζήτησης τροφής, λόγω κλιματολογικών συνθηκών, (και) λόγω πίεσης λαών που ευρίσκονταν ανατολικότερα. Άλλοτε οι πεδιάδες της Ουγγαρίας ή της Πολωνίας (Μετανάστευση Λαών) αποτελούσαν την είσοδο, ενώ άλλοτε η πλημμυρίδα κατευθύνετο από τον Βορρά προς τον Νότο (Γότθοι και άλλοι1).
Για αιώνες διατηρήθηκε η τάση: Από την Ανατολή προς τη Δύση.
Η εκστρατεία του Αλεξάνδρου και αργότερα η ρωμαϊκή κατάκτηση αντέστρεψαν τη ροπή: τώρα από τη Δύση προς την Ανατολή και από τον Νότο στον Βορρά. Ο ερχομός των Ούννων επανέφερε τον «μαγνητικό πόλο», αυξάνοντας την κίνηση2 των γερμανικών φύλων προς τη Δύση και τον Νότο, ενώ οι εισβολές των Αβάρων και των Σλάβων από την Κεντρική Ευρώπη τον 6ο και 7ο αιώνα θα στραφούν ανατολικά και προς τον Νότο (Βαλκανική). Οι εξ Ανατολής ελθόντες Μαγυάροι θα αποτελέσουν το πρελούδιο των μετέπειτα τουρκικών επιθέσεων.
Οι πλέον αξιοσημείωτες εισβολές, που συνέβησαν στη συνέχεια, σχετίζονται με αυτές των Μογγόλων, όταν οι τελευταίοι διέλυσαν τους Ρώσους φεουδάρχες στον ποταμό Κάλκα το 1223 και ακολούθως τους ευρωπαϊκούς στρατούς στη Λέγκνιτσα και το Μόχι (1241). Τύχη αγαθή για τη Δύση οι εισβολείς εστράφησαν προς την Κίνα και έτσι απεφεύχθη η πιθανή κατάληψή της με όλες τις συνέπειες. Ωστόσο ήδη από τον 11ο αιώνα η Δύση, στο μέσον του Μεσαίωνα, ξεκίνησε την επέκταση προς ανατολάς: Σταυροφορίες προς τη Μέση Ανατολή, τη Βαλτική και τη Ρωσία.
Συμπέρασμα: Για τους λαούς της Ανατολής (από την Περσία μέχρι την Κίνα) η Δύση πολιτισμικά, πληθυσμιακά, οικονομικά υστερούσε αποτελώντας γι’ αυτούς ζωτικό χώρο. Με εξαίρεση την περσική εισβολή στην Αρχαιότητα και την κινεζική στον Μεσαίωνα3 οι έφοδοι από την Ανατολή αφορούσαν κυρίως λαούς νομαδικής ή ημινομαδικής οργάνωσης. Στη Δύση λόγω της μακραίωνης αυτής εξέλιξης δημιουργήθηκε ο αρχέτυπος του εξ ανατολών κινδύνου.4
2. Η ρωσική περίπτωση
Το βασίλειο των Ρως (9ος αιώνας), στη σημερινή Ουκρανία κυρίως, θα κυριαρχεί σε μια θάλασσα Σλάβων. Επειδή στη Σκανδιναβία, από όπου προερχόταν η ηγεμονεύουσα τάξη, δεν υπήρχε ο κλασικός φεουδαλισμός, το νέο κράτος διέφερε από τα δυτικοευρωπαϊκά.
Η επίθεση τον Σουηδών (κάθοδος εκ του Βορρά) και κυρίως οι Σταυροφορίες από τους Τεύτονες Ιππότες (ορμή προς Ανατολάς για ζωτικό χώρο), αποκρούσθηκαν από τον Αλέξανδρο Νέφσκι (το 1240 και 1242 αντίστοιχα), εθνικό ήρωα των Ρώσων· μολονότι οι δεύτερες συνεχίσθηκαν στα εδάφη της Βαλτικής μέχρι το Grunwald (1410). Η κάθοδος των Σουηδών θα τερματισθεί οριστικά στην Πολτάβα (1709), ενώ η ορμή προς Ανατολάς θα σταματήσει μέχρι να επαναληφθεί μετέπειτα με τον Ναπολέοντα και στον 20ό αιώνα με τον Χίτλερ.
Στο διάστημα αυτό, ιδιαίτερα μετά την υπαγωγή της στη μογγολική κυριαρχία, η Ρωσία θα φαντάζει ως μια υπανάπτυκτη χώρα με θεσμούς ανάλογους της Χρυσής Ορδής. Ενώ στη Δύση καταργείται σταδιακά η δουλοπαροικία, αντιστρόφως στη Ρωσία, σαν σε αντεστραμμένο είδωλο, ενισχύεται και καθίσταται η κύρια μορφή οργάνωσης.
Με τις προσπάθειες του Μεγάλου Πέτρου και της Μεγάλης Αικατερίνης επιδιώκεται να καθιερωθεί ως μεγάλη δύναμη, ενώ ένας εκδυτικισμός, συχνά βίαιος, επιβάλλεται. Η σύγκρουση με τους Οθωμανούς αρχικά κρίνεται ουδέτερα ή κάποτε και θετικά από τη Δύση, ιδιαίτερα μετά την αναδίπλωση της Αυστροουγγαρίας5 και της Βενετίας, ενώ η Πρωσία του Μεγάλου Φρειδερίκου ανακουφίζεται, επειδή ο αγροίκος γείτονας6 στρέφει αλλού το ενδιαφέρον του (εκτός Ευρώπης).
Σταδιακά, όμως, η δύναμή της αρχίζει να ανησυχεί ιδιαίτερα τη Βρετανία, που φοβάται την έξοδό της στη Μεσόγειο. Οι Βρετανοί, μετά τη νίκη τους επί των Ινδών και Γάλλων στο Plassey της Ινδίας (1757), ενδιάμεσοι μέχρι τότε στη διαπάλη Οθωμανών και Ευρώπης, ανησύχησαν. Η διαρκής επέκταση της Ρωσίας στην Ασία και στα σύνορα με την Ινδική και οι αλλεπάλληλες προσπάθειές της για κάθοδο στη Μεσόγειο τη θέτουν σε διαμετρική αντίθεση με τους Άγγλους.
Στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης διογκώθηκε στην Ευρώπη η απέχθεια προς τους Ρώσους, που θεωρείτο ότι αποτελούσαν οπισθοδρόμηση, όταν στη Δύση κυριαρχούσαν οι ιδέες του Διαφωτισμού, που επακολούθησε της Αναγέννησης και των θρησκευτικών πολέμων, ενώ αντιθέτως η Ρωσία δείχνει να αδυνατεί να εξέλθει από τον Μεσαίωνα. Έπειτα από το Συνέδριο της Βιέννης (1814) ο τσαρισμός συνεχίζει να παραμένει το άντρο της οπισθοδρόμησης, συμμαχώντας με τον Μέττερνιχ στο status quo και την Ιερά Συμμαχία, όπως θα φανεί, όταν καλείται να καταπνίξει τις επαναστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη το 1848/49.
Εκεί αποκαλύπτεται ο επί αιώνες φόβος της Δύσης προς την Ανατολή και το μίσος προς τη Ρωσία όχι μόνο των σοσιαλιστών, αλλά και των φιλελευθέρων. Ο τσάρος, μη αντιλαμβανόμενος την υφέρπουσα αποστροφή της Ευρώπης, τα βαθύτερα κίνητρα των Δυτικών, πιστεύει ότι, επιτιθέμενος λίγο αργότερα στην Τουρκία, εμφανιζόμενος ως προστάτης των Χριστιανών, θα τύχει αποδοχής από τις δυτικές κυβερνήσεις, από τους φίλους. Θα υποστεί έκπληξη καθώς στον Κριμαϊκό πόλεμο (1853-1856) οι Αγγλογάλλοι θα συμμαχήσουν με τους Οθωμανούς και θα τον ευτελίσουν (ενώ οι Αυστριακοί θα κρατήσουν «επιθετική ουδετερότητα»).
Όταν το 1878 στον νέο ρωσοτουρκικό πόλεμο με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου δημιούργησε τη μεγάλη Βουλγαρία, εμφανιζόμενη η Ρωσία ως προστάτιδα των Σλάβων, ο Μπίσμαρκ, προκειμένου να μην επαναληφθούν οι συγκρούσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης, διοργάνωσε το συνέδριο στο Βερολίνο (1878). Ο Μπίσμαρκ, πρεσβευτής στη Ρωσία (1858-1862), παρέμενε στην άποψη ότι η Γερμανία θα όφειλε να μην αντιμετωπίσει διμέτωπο αγώνα, θεωρώντας τη Γαλλία ως την κατ’ εξοχήν αντίπαλο. Επίσης δεν δημιούργησε αξιόλογο ναυτικό, ώστε να μην ερεθίσει τη Βρετανία· πολιτικές που θα ανατρέψουν οι διάδοχοί του με τη δημιουργία μεγάλου στόλου και το σχέδιο Slieffen. Αυτό είχε ως συνέπεια η Ρωσία να καταστεί σύμμαχος των Αγγλογάλλων και την εκ νέου αποδοχή της από αυτούς.
Η νίκη των Μπολσεβίκων διεύρυνε το χάσμα. Τώρα πλέον η διαφορά εντοπιζόταν στον πυρήνα του οικονομικοκοινωνικού συστήματος. Η χιτλερική επίθεση, που δεν διδάχθηκε από το μάθημα του διμέτωπου, έφερε τη Δύση κοντά ξανά με τη Ρωσία.
Αμέσως μετά τον πόλεμο η κατάσταση οξύνθηκε και η Ευρώπη και ο κόσμος χωρίσθηκαν στα δύο. Η σύσταση του ΝΑΤΟ από την μια πλευρά και του Συμφώνου της Βαρσοβίας από την άλλη διόγκωσε το πρόβλημα· πλέον ο κύριος βραχίονας της Ευρώπης ήταν οι ΗΠΑ και συνεπώς η σύγκρουση Δύσης – Ανατολής προσέλαβε ευρύτερες διαστάσεις. Η ΕΣΣΔ και γενικότερα η Ρωσία εθεωρείτο από τους σκληροπυρηνικούς Αμερικανούς ως η αυτοκρατορία του κακού.
Η κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου (1990) και η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης (1991) δημιούργησαν δυο σχολές σκέψης:
● Η πρώτη έκρινε ότι, αφού πλέον το καθεστώς συγκλίνει με αυτό της Δύσης, είναι δυνατόν να εγκολπωθεί η Ρωσία στη Δύση.
● Η δεύτερη διατήρησε την πατροπαράδοτη φοβία για τη ρωσική άρκτο, ως φορέα μη δυτικών αντιλήψεων.
Γι’ αυτό μερικοί, επειδή τα επιχειρήματα του 18ου και 19ου αιώνα θα εφαίνοντο γελοία (περί ασιατικού δεσποτισμού και Μεσαίωνος), έκτισαν θεωρίες, όπως ο Huntington περί σύγκρουσης πολιτισμών. Το να θεωρηθεί η Ορθοδοξία αντίπαλος του δυτικού πολιτισμού ούτε ο πάπας Λέων Θ’ δεν το είχε διανοηθεί, όταν εμάχετο με τον Κηρουλάριο. Πρόκειται για επιχείρημα που στερείται σοβαρότητος. Εν τοις πράγμασι η Ρωσία θεωρήθηκε πολύ μεγάλη για να ενταχθεί στον δυτικό κόσμο. Προφανώς, μια αποδοχή της θα άλλαζε τους συσχετισμούς στη Δύση. Μόνον εάν εξαθλιώνετο θα ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτή. Μια πολιτική αντίστοιχη της ρωμαϊκής κατάκτησης της καταρρέουσας Ελλάδος.
3. Σύνοψη – Συμπεράσματα
Ο αγώνας κατά τον 19ο αιώνα να εκσυγχρονιστεί,7 δηλονότι να εκδυτικιστεί, η Ρωσία σε συνέχεια των προσπαθειών του Μεγάλου Πέτρου και η εν τω μεταξύ δημιουργία του φιλελευθερισμού, απότοκου του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, είχε ως συνέπεια να διαχωριστεί η χώρα σε δυτικόφιλους και σε σλαβόφιλους.8
Η δημιουργία της ΕΣΣΔ διεύρυνε την απόσταση Δύσης – Ανατολής. Παρά την πτώση της συνεχίζει να υφίσταται ένα χάσμα. Πέραν των πολιτικών σκοπιμοτήτων, που αναφέρθηκαν, εκτεταμένα στρώματα της Δύσης έχουν επηρεαστεί από την αντίληψη του φόβου της Ανατολής, αφού θεωρείται ότι ο κόσμος της εμφορείται με επεκτατικές διαθέσεις. Ο όγκος της και ο πλούτος της ενισχύουν αυτό το συναίσθημα. Ο παρών πόλεμος στην Ουκρανία καταγράφει την αδυναμία της Δύσης απέναντι στη Ρωσία εξάπτοντας την εχθρότητα.
Η αντιπαράθεση μελλοντικά, εάν δεν συμβούν τεκτονικές αλλαγές, θα διευρυνθεί, αφού στην Ανατολή ανέτειλαν νέες δυνάμεις, όπως η Κίνα και η Ινδία. Ενώ οι συγκρούσεις μεταξύ 1350 και 1950 κινούνταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ο υπόλοιπος κόσμος λίγο επηρέασε το παγκόσμιο γίγνεσθαι, δεδομένου ότι υπετάχθη στην Ευρώπη), τώρα μετατίθεται η διαμάχη en block μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η εποχή που με τις κανονιοφόρους ή την τεχνολογία η Δύση κυριαρχούσε πέρασε.
Αρχικά, η αντιπαλότητα, που πήγαζε από διαφορετική κοσμοθεωρία (η Δύση απετέλεσε σε σημαντικό βαθμό συνέχεια του ελληνορωμαϊκού κόσμου) σε σχέση με τις ιδεολογίες των νομάδων (Σλάβων) ή των άλλων ιδεολογιών (Ινδίας, Κίνας), φάνηκε να κάμπτεται, επειδή ο τρόπος παραγωγής που επεβλήθη παγκοσμίως είναι η δυτική αντίληψη περί συσσώρευσης, τουτέστιν ο καπιταλισμός.
Παρ’ όλα αυτά, σε αντίθεση με τη μηχανιστική αντίληψη των κλασικών διανοουμένων, η επιβολή του ιδίου συστήματος δεν αίρει τις διαμάχες (όπως δεν τις ήρε και μεταξύ των χωρών του άλλοτε σοσιαλιστικού κόσμου – ανατολικής Ευρώπης, ΕΣΣΔ, Κίνας κ.λπ.). Βεβαίως, οι διαφορές στις πολιτισμικές αξίες (θρησκευτικές, ιδεολογικές κ.λπ.) διαδραματίζουν ρόλο, αν και προφανώς όχι τόσο χαώδη, σύμφωνα με τις υπερβολές περί σύγκρουσης πολιτισμών (και εντός του Ισλάμ, λόγου χάριν, υφίστανται μεγάλες αποκλίσεις).9
Μέσω της παγκοσμιοποίησης, της επιβολής ενιαίου τρόπου παραγωγής, ιδεών και ηθών, δηλονότι του ευρωπαϊκού συστήματος, θεωρήθηκε ότι η Δύση θα εξήρχετο παντοδύναμος. Αλλά οι μέθοδοι παραγωγής, όπως ορθά είχε αναλύσει ο Μαρξ, λειτουργούν πέραν της ανθρώπινης βούλησης. Έτσι οι επιχειρήσεις εγκαταστάθηκαν στην Ανατολή, ενώ στα πανεπιστήμια της Δύσης εκπαιδεύθηκαν στις νέες τεχνολογίες οι άνθρωποι του Τρίτου Κόσμου. Σήμερα οι χώρες αυτές αμφισβητούν την ισχύ της και τον πολιτισμό της.
Η συρρίκνωση της ισχύος της Δύσης προέρχεται τουλάχιστον από δυο συνιστώσες. Η πρώτη με τη μεταφορά πόρων από το κοινωνικό κράτος στον στρατιωτικοβιομηχανικό τομέα, λόγω της στρατιωτικής ισχύος του μη δυτικού κόσμου, και η δεύτερη από τη φθίνουσα ισχύ των επιχειρήσεών της, καθώς στον εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό τα προϊόντα τους καθίστανται ολιγότερο ανταγωνιστικά (λόγω κόστους). Το αποτέλεσμα: Η επιδείνωση των συνθηκών ζωής στη Δύση και οι κοινωνικές αναταραχές. Τα αυταρχικά καθεστώτα της Ρωσίας και της Κίνας δεν αντιμετωπίζουν ανάλογες αναταραχές.
Βραχυχρονίως και μεσοχρονίως η Ευρώπη στη σύγκρουση, η οποία μελλοντικά θα λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις (οικονομικές, κοινωνικές και πιθανότατα στρατιωτικές), θα μπορούσε να εξέλθει νικήτρια, ή εν πάση περιπτώσει να μην ηττηθεί, εάν κατάφερνε να ενσωματώσει τη Ρωσία. Κάτι τέτοιο, όπως φάνηκε, δείχνει εξαιρετικά δύσκολο και αποδεικνύει την ανεπάρκεια των κυρίαρχων κοινωνικών τάξεων και όλου του εποικοδομήματος. Συνεπώς, το μέλλον της Ευρώπης σκιαγραφείται νεφελώδες. Οικονομικά, κοινωνικά και στρατιωτικά δεν θα μπορέσει να αντιπαραταχθεί.
Παραπομπές
1. Βεβαίως, η προς δυσμάς μετακίνηση συνεχίστηκε από άλλες φυλές (λόγου χάριν από τους Φοίνικες που ίδρυσαν την Καρχηδόνα), ενώ οι Έλληνες κινήθηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις.
2. Εισβολές από τον Βορρά έκαναν την εμφάνισή τους από καιρό σε καιρό (όπως οι γαλατικές επιδρομές στην Ιταλία και την Ελλάδα ή οι Τεύτονες επί Μαρίου).
3. Το 751 στον ποταμό Ταλάς οι Αββασίδες συνεπικουρούμενοι από τον στρατό του Θιβέτ και τουρρανικά στίφη σταμάτησαν την προς δυσμάς επέκταση της δυναστείας Τανγκ.
4. Δεν είναι τυχαίο που το άγαλμα του αγίου Wenceslas στην Πράγα, παλιά αυτοκρατορική πόλη, που ολοκληρώθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, κοιτάει προς τη Δύση.
5. Έπειτα από τη δεύτερη πολιορκία της Βιέννης (1683) η Κεντρική Ευρώπη δείχνει να ανασαίνει. Οι νίκες του Ευγενίου της Σαβοΐας και των διαδόχων του και οι συνθήκες του Κάρλοβιτς (1699) και του Πασάροβιτς (1718) απομακρύνουν τους Οθωμανούς από την Κεντρική Ευρώπη περιορίζοντάς τους στα Βαλκάνια. Μολονότι με τη συνθήκη του Βελιγραδίου (1739) οι Οθωμανοί βελτιώνουν τις θέσεις τους, η κατάσταση δεν φαίνεται να τροποποιείται ουσιωδώς.
6. Η σφαγή στη Βαρσοβία (1774) ήταν ένα δείγμα.
7. Τα αίτια της καθυστέρησης σχετίζονται με τη μακραίωνη μογγολική κατάκτηση, με το χαώδες της έκτασης, που περιλάμβανε πληθώρα διαφορετικών φυλών με μεγάλες πολιτισμικές και κοινωνικές αποκλίσεις κ.λπ.
8. Το πόσο είχε επηρεασθεί η ρωσική κοινωνία, και ιδιαίτερα η νεολαία από αυτό, συνάγεται από την απήχηση που βρήκε το έργο του δυτικόφιλου Τουργκένιεφ «Πατέρες και Παιδιά». Αυτό θα κρίνεται από πολλούς ξένο προς τη ρωσική ψυχή, σε σχέση με το ανάλογου περιεχομένου έργο του ρωσόφιλου Ντοστογιέφσκι «Οι Δαιμονισμένοι».
9. Μια ερμηνεία των λόγων απαιτεί εκτεταμένο δοκίμιο.
Διαβάστε επίσης:
51ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή: Ο σοσιαλισμός ως απάντηση στα μεγάλα «γιατί» της εποχής
Ο Τραμπ «ποντάρει» στον Ερντογάν – Μακριά από το μεγάλο «τραπέζι» η δεδομένη για τις ΗΠΑ, Ελλάδα
Βήμα σημειωτόν για τις συνεργασίες: Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει, η Νέα Αριστερά ζορίζεται