Προϋπολογισμός 2026: Ανάπτυξη 2,4%, πληθωρισμός στο 2,2% - Ποιοι οφελούνται από τα φορολογικά μέτρα
Ρυθμό ανάπτυξης 2,4% για το 2026, ελαφρώς υψηλότερο από το 2,2% του 2025, προβλέπει το τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή.
Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, η επιτάχυνση της ανάπτυξης στηρίζεται κυρίως στη φορολογική μεταρρύθμιση και στις παρεμβάσεις που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση στη ΔΕΘ.
Η κυβέρνηση επιμένει ότι η αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος –με προσανατολισμό τους νέους, τις οικογένειες και τη μεσαία τάξη– θα έχει άμεσο θετικό αντίκτυπο στο εισόδημα των πολιτών. Ταυτόχρονα, η μείωση φορολογικών συντελεστών υποτίθεται ότι θα αποφέρει μεγαλύτερο όφελος σε εργαζομένους, συνταξιούχους, αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες κάθε φορά που θα υπάρχει αύξηση αποδοχών. Βεβαίως, το κατά πόσο αυτές οι διευκολύνσεις θα ισοσκελίσουν το αυξημένο κόστος ζωής, ιδίως σε βασικά αγαθά, παραμένει αμφίβολο.
Στο ίδιο πλαίσιο παρουσιάζονται και οι παρεμβάσεις με «τοπικό» χαρακτήρα, οι οποίες, αν και στοχευμένες, δεν παύουν να δείχνουν μια λογική επιλεκτικών ελαφρύνσεων. Περιλαμβάνουν την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ σε οικισμούς έως 1.500 κατοίκους, τη μείωση ΦΠΑ σε ακριτικά νησιά κάτω των 20.000 κατοίκων, μειώσεις στη φορολογία ενοικίων και στην επιβάρυνση από τα τεκμήρια διαβίωσης, καθώς και απαλλαγή των εξαρτώμενων τέκνων από την ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη. Αν και μέτρα όπως αυτά απαντούν σε υπαρκτές ανάγκες, η συνολική τους αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης ή της δημογραφικής συρρίκνωσης είναι προς συζήτηση.
Οι συνταξιούχοι εμφανίζονται ως άλλη μια ομάδα ωφελούμενων, μέσω της σταδιακής κατάργησης της προσωπικής διαφοράς και της περαιτέρω αύξησης των συντάξεων βάσει ΑΕΠ και πληθωρισμού. Προβλέπονται επίσης ενισχύσεις κάθε Νοέμβριο για χαμηλοσυνταξιούχους, ανασφάλιστους υπερήλικες και άτομα με αναπηρία. Ωστόσο, η πραγματική αγοραστική δύναμη των συντάξεων, ιδίως στο περιβάλλον επίμονης ακρίβειας, δεν αποκαθίσταται εύκολα.
Όσον αφορά τις επενδύσεις, το υπουργείο προβάλλει μια αρκετά αισιόδοξη εικόνα: προβλέπει αύξηση από 4,5% το 2024 σε 5,7% το 2025 και εκτόξευση στο 10,2% το 2026. Η δυναμική των ιδιωτικών επενδύσεων, σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων 16,7 δισ. ευρώ για το 2026 (από 14,6 δισ. το 2025), παρουσιάζεται ως βασικός μοχλός ανάπτυξης. Το υπουργείο τονίζει ότι η αύξηση των επενδύσεων είναι πολλαπλάσια του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Ωστόσο, το διαχρονικό ζήτημα παραμένει: πόσο από αυτή τη «δυναμική» μεταφράζεται τελικά σε πραγματικές, παραγωγικές επενδύσεις με αντίκρισμα στην εργασία και την καθημερινότητα;
Μείωση ανεργίας, στο 3,7% το πρωτογενές πλεόνασμα το 2025
Η ανεργία, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα συνεχίσει να υποχωρεί και το 2026, φτάνοντας το 8,6%, το χαμηλότερο επίπεδο μετά το 2008. Παρότι η μείωση είναι θετική, το ποσοστό παραμένει υψηλό σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η ποιότητα της απασχόλησης εξακολουθεί να αποτελεί μείζον ζητούμενο.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται στο 3,7% του ΑΕΠ για το 2025 και στο 2,8% για το 2026. Ωστόσο, το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εμφανίζεται να γυρίζει αρνητικό το 2026 (-0,2%). Το δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αποκλιμακώνεται, κάτω από το 140% του ΑΕΠ, φτάνοντας στο 138,2% – το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. Παρά τη βελτίωση, η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί από τα υψηλότερα επίπεδα χρέους στην ΕΕ, γεγονός που περιορίζει τις πραγματικές δυνατότητες άσκησης οικονομικής πολιτικής.
Συνολικά, ο προϋπολογισμός παρουσιάζει μια εικόνα συγκρατημένης αισιοδοξίας, στηριζόμενος σε μια δέσμη μέτρων που θεωρητικά ενισχύουν την ανάπτυξη και το διαθέσιμο εισόδημα. Το κρίσιμο ερώτημα, όμως, παραμένει: αν η κυβέρνηση μπορεί να μετατρέψει τις προβλέψεις σε πραγματικότητα και τις εξαγγελίες σε απτά αποτελέσματα για την κοινωνία – ή αν για ακόμη μια φορά θα αποδειχθεί ότι οι αριθμοί ευημερούν πιο εύκολα από τους πολίτες.
Διαβάστε επίσης: