Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Τίτλος ταινίας: Δεσμώτες
Σύνοψη: Η Εύα, μια δεσμοφύλακας σε κάποια νορβηγική φυλακή, εξαντλεί την αυστηρότητά της στο πρόσωπο – σχεδόν κυριολεκτικά – ενός κρατούμενου, του Μίκελ. Στην εξέλιξη της ταινίας γίνεται αντιληπτός ο λόγος, καθώς η Εύα προσπαθεί να βρεί δίαυλο επικοινωνίας με τον νεαρό «αντίδικό» της.
Σκηνοθεσία: Γκίσταβ Μέλερ
Παίζουν: Σίντσε Μπαμπέτ Κνούτσεν, Σεμπάστιαν Μπουλ
Οι «Δεσμώτες» είναι από αυτές της ταινίες, που, αν μη τι άλλο, στα διεθνή φεστιβάλ θα έθεταν ισχυρή υποψηφιότητα για το βραβείο σκηνοθεσίας, με λεπτοκεντημένο το υφάδι κάθε πλάνου. Πέρα από το θέμα του φιλμ και τη γεμάτη εκπλήξεις εξέλιξή του, ο εγκλωβισμός του θεατή σε μια οθόνη- κελί αποτελεί σκηνοθετικό επίτευγμα. Φύλακες και κρατούμενοι είναι έγκλειστοι στην ίδια ειρκτή, μοιράζονται τα ίδια κελιά, αναπνέουν τον ίδιο αέρα. Μαζί τους κι ο θεατής, μοιράζεται τις λίγες ανάσες των πρωταγωνιστών, ασφυκτιά στον ίδιο χώρο. Ο Νορβηγός Γκίσταβ Μέλερ (τον γνωρίσαμε από το ψυχολογικό θρίλερ «Ο ένοχος») αρνείται επίμονα να δραπετεύσει από την κλειστοφοβία, όσο κι αν τη σκάβει με την κάμερά του. Μόνη στιγμή ελευθερίας, αυτή του περίπατου στην εξοχή, με τραγική κατάληξη. Ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται από «ιδρυματική» σχέση με την ίδια του τη ζωή. Επιλέγει τον εγκλωβισμό απέναντι στην ελευθερία και την ώρα που οδεύει προς τα επάνω, με σισύφεια ακρίβεια, ξανακυλάει στα χαμηλά.
Ίσως όλα να καταλήγουν σε μια δυσάρεστη αποδοχή της ήττας, με την Εύα, τη δεσμοφύλακα-πρωταγωνίστρια να περπατάει πάνω στη γραμμή των κρατουμένων. Έχει παλέψει με το τέρας της εκδίκησης, στο πρόσωπο ενός νεαρού κρατούμενου, υπεύθυνου για τον θάνατο του γιού της κι έχει χάσει τη μάχη. Αποχωρεί από τη σκηνή, με τον τρόπο σύγχρονης τραγωδίας: άνθρωπος δεσμώτης. Ο σταυρός, προς τον οποίον απευθύνει την προσευχή της τής έπεσε από τα χέρια, η δύναμη του κακού την κατέβαλε. Είναι, ωστόσο, αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίον η Σίντσε Μπαμπέτ Κνούτσεν σηκώνει το βάρος του ρόλου της, όπως το έπραξε και ως…βασίλισσα της Δανίας, στη σειρά «Borgen» του Netflix. Η ταινία μοιάζει με εκείνα τα λιτού φωτισμού ζωγραφικά πορτρέτα του βορρά και το πρόσωπο της Κνούτσεν, με φειδωλές αλλαγές έκφρασης, αποδίδει έναν κόσμο συναισθημάτων, ο οποίος εκτείνεται από το απόλυτο μίσος ως το αίτημα για συγχώρεση. Κάθε φορά που ο νεαρός πρωταγωνιστής υποβάλλει το αίτημα της προσωρινής άδειας, είναι η Εύα (τι συμβολική αναφορά !) αυτή η οποία αποζητά τη λύτρωση.
Όλο το σκηνικό διατρέχεται από την προτεσταντική ακρίβεια των κανόνων, την ουσιαστική φυλακή των συναισθημάτων. Τετραγωνισμένα τα πάντα, χώρος και συμπεριφορές, φωνές και βλέμματα. Κελιά και διάδρομοι, μια κάμερα να προσπαθεί να βρει ένα κενό ανάμεσά τους, έναν χρωματισμό πέρα από το λευκοπράσινο του νεκροτομείου και το θανατερό κίτρινο. Το περιβάλλον, ανάγλυφο μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ο αγώνας για έναν στείρο ορθολογισμό, το καλύτερο άλλοθι, το πιο πειστικό ελαφρυντικό για τη συμπεριφορά του κρατούμενου. Η οργή των νέων, το δέλεαρ του φασισμού και του θανάτου, όπως εκδηλώθηκε στο νησί Ουτόγια του Όσλο, η περίεργη σπορά της γεμάτης βία νορβηγικής αστυνομικής λογοτεχνίας, όλα εξηγούνται, κατά τον Μέλερ: οι άτεγκτοι κανόνες, τα απαραβίαστα κάγκελα του προτεσταντισμού. Ακόμη κι ο σταυρός, στον οποίον απευθύνεται η ηρωίδα, ένα άκαμπτο, άψυχο γεωμετρικό σχήμα.
Λίγο πριν το φινάλε, σε αυτήν τη μοναδική βόλτα στην εξοχή, η Εύα σηκώνει τα μάτια της προς ουρανό. Αντιλαμβάνεται το λάθος που προηγήθηκε, συνειδητοποιεί την ήττα της. Η μητρότητα, τόσο η φυσική (της βιολογικής μητέρας του νεαρού), όσο και η «δανεική» (αυτή στην οποία ασκείται η ίδια), δεν περνάει από τους δρόμους της τιμωρίας. Όλη η φυλακή κατασκευάστηκε από τα υλικά της παράβασης και της ποινής της, ολότελα ακατάλληλα για ό,τι απαιτεί μια υγιής κοινωνία: την παροχή παιδείας. Ούτε η γιόγκα ούτε η στεγνή γνώση μπορούν να επιτελέσουν τις διορθώσεις ενός στρεβλού ψυχισμού, είτε αυτός βρίσκεται μπρος είτε πίσω από τα κάγκελα. Και σα να βρισκόμαστε σε μια δαντική κόλαση, ο Μέλερ οργανώνει ακόμη και την ηχητική μπάντα, με τις απαιτούμενες διακυμάνσεις, τις γύρω φωνές και τους ήχους να υπογραμμίζουν διακριτικά τα όσα συμβαίνουν σε πρώτο πλάνο. Μπορεί σε κάποιες στιγμές της ταινίας να ξεφεύγουν νότες μελοδραματισμού (όπως αυτή της αυτοκτονίας ή της αναφοράς στο φόνο του γιου), τίποτα όμως δεν ακυρώνει τη συνέπεια της αφήγησης και κυρίως της σκηνοθεσίας.
Αξιολόγηση: ***
Διαβάστε επίσης:
Paul McCartney: Η ιστορία με το κλεμμένο μπάσο του γίνεται ντοκιμαντέρ
Η Lady Gaga ακύρωσε συναυλία της λίγα λεπτά πριν την έναρξη – «Μια δύσκολη και επίπονη απόφαση»
ΛΕΞ: Sold out σε λίγες ώρες η συναυλία στη Θεσσαλονίκη
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.